- κρυψιβουλία
- η [κρυψίβουλος]1. η απόκρυψη τής πραγματικής βούλησης ή πρόθεσης κάποιου2. (νομ.) η ενδιάθετη επιφύλαξη, δηλαδή η απόκρυψη τής πραγματικής θέλησης τού ενός από τους συμβαλλομένους από τον αντισυμβαλλόμενο.
Dictionary of Greek. 2013.
Dictionary of Greek. 2013.